Μικρές Ιστορίες

#Ήρα_Καραδημητρίου

Η Κυρία Αγγελική

Ένας τοίχος χώριζε το διαμέρισμα της κυρίας Αγγελικής από την γκαρσονιέρα που ενοικίαζε στον Παύλο Μιχαήλ. Ο Παύλος ήταν επιτυχημένος επιχειρηματίας γύρω στα σαράντα, αθλητικός, αρρενωπός και είχε ταλέντο στο να μιλάει, γεγονός που τον έκανε να να ασκεί μια ιδιαίτερη γοητεία στις γυναίκες. 

Στην γκαρσονιέρα δεν έμενε. Πήγαινε εκεί αρκετές φορές μέσα στην εβδομάδα, με γυναίκες που γνώριζε σε ψηφιακές εφαρμογές γνωριμιών. Η γυναίκα του υποψιαζόταν, αλλά εθελοτυφλούσε.

Η κυρία Αγγελική, ετών εβδομήντα έξι, αν και σκανδαλιζόταν λιγάκι από από τα ήθη του νοικάρη της, το γεγονός ότι κάθε μήνα της πλήρωνε το – τσιμπημένο – ενοίκιο δύο μέρες μπροστά, την έκανε να δείχνει συμπάθεια και κατανόηση. Υπήρχε όμως και ένας ακόμη λόγος για τον οποίο είχε εξοικειωθεί μαζί του: Κάθε λεπτό της μοναχικής της ζωής, την βύθιζε στην αδράνεια. Περίμενε πώς και πώς να ακούσει την πόρτα του ασανσέρ να ανοίγει. Όταν συνέβαινε αυτό, έτρεχε γρήγορα για να προλάβει να δει από το ματάκι της δικής πόρτας την καινούρια κατάκτηση του Παύλου. Και κάθε φορά αξιολογούσε την εμφάνιση, τα μαλλιά και τα ρούχα που φορούσαν οι γυναίκες που περνούσαν μαζί του τα βράδια. Το ματάκι της πόρτας λειτουργούσε σαν ένα καμουφλαρισμένο παράθυρο προς τον έξω κόσμο, στο οποίο είχε πρόσβαση μόνο αυτή. Παρατηρούσε ποιά είναι η μόδα στα ρούχα και στα χτενίσματα. 

Η ηχομόνωση την ευνοούσε, αφού άκουγε με σκανδαλιάρικο χαμόγελο, από το τρίξιμο του κρεβατιού μέχρι λέξεις και ήχους. Σύγκρινε με την εποχη της το πώς απεθύνονταν τώρα ο ένας στον άλλο οι εραστές.“Γλυκιά μου, δώσε μου τη ζακέτα σου!” “Σε ευχαριστώ μωρό μου” “Ποτάκι; Μουσικούλα;” “Και τα δύο γατούλη μου!”. 

Μια γλύκα πλημμύριζε την κυρία Αγγελική.Τι όμορφη, τι τρυφερή ατμόσφαιρα! Χανόταν στη φαντασία της. Σκεφτόταν το δικό της κρεββάτι, στο οποίο είχε κοιμηθεί μόνο με τον μακαρίτη τον άντρα της – Θεός ‘σχωρέσ’ τον – και συνευρισκόταν μαζί του με σεβασμό και ευπρέπεια, όπως επέβαλε η σεμνότητα και το καθήκον της συζύγου, όταν της το ζητούσε εκείνος.

Άκουσε την κλειδαριά στην πόρτα του Παύλου να ανοίγει. Σήμερα ένιωθε ευπαρουσίαστη. Τρέχοντας, άνοιξε την δική της, κρατώντας μια τσάντα με σκουπίδια στο ένα χέρι και τα κλειδιά στο άλλο.

“Α! Κύριε Παύλο, καλησπέρα σας, μήπως είδατε την αλληλογραφία μου;” “Το φροντίζω κυρία Αγγελική μου…Μη νοιάζεστε. Σήμερα είναι άδεια η θυρίδα σας!” “Ευχαριστώ παιδί μου. Κοπέλα μου, ο κύριος Παύλος είναι ευγενέστατος. Καλό σας απόγευμα”. 

Έκλεισε σκερτσόζικα την πόρτα της. Τις περισσότερες φορές, όταν ένιωθε ατημέλητη, δεν εμφανιζόταν. 


Δημοσιεύτηκε

σε

,

από

Ετικέτες: