«Δες τριγύρω σου, μεζούρες κίτρινες, που κρέμονται από τον λαιμό κάποιου ράφτη. Θερμόμετρα ψηφιακά ή αναλογικά, κάτω από τη μασχάλη. Ξυπνητήρια με δείκτες και λατινικούς ή αραβικούς αριθμούς στην οθόνη. Κοντέρ στο ταμπλό του αυτοκινήτου. Χρονόμετρα, πιεσόμετρα, μετρητές PH, παντελόνια M / L / XL.
Για τους πρακτικούς τύπους το μέτρημα διευκολύνει τη ζωή τους. Για τους ονειροπόλους, η μέτρηση τους προσγειώνει ανώμαλα. Οι κυνικοί δογματικά πιστεύουν ότι απλώς μετράμε αντίστροφα το χρόνο μας. Οι ψυχαναγκαστικοί πάλι, μετράνε για να μετράνε.
Οι αγχώδεις κρεμάνε τις αγωνίες τους στους αριθμούς: Πόσους εραστές είχα; Κάθε πότε περνάει το λεωφορείο; Πόσο θα έρθει το ρεύμα αυτό το μήνα; Πόσα κιλά πήρα; Έβαλα δύο κουταλιές καστανή ζάχαρη στον καφέ μου; Πήρα ένα Ντεπόν χιλιάρι αναβράζον;
Με ρωτάς τι θα συνέβαινε εάν δεν υπήρχαν αριθμοί. Ακόμα κι αν δεν είναι επινόησή μας, εμείς γαντζωθήκαμε απ’ αυτούς. Εξάλλου δεν είμαστε τίποτε άλλο, παρά μια σύνθεση από εκκρίσεις ουσιών που σε τελική ανάλυση μετριέται, συγκρίνεται και ανακυκλώνεται, ως τη στιγμή που η Μοίρα θα τεστάρει τη σύνθεσή μας σε μια νέα εξίσωση».